Κράτος δικαίου και δικαιώματα δημοσίων υπαλλήλων
Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στην προηγούμενη έκδοση του εκφραστικού μας οργάνου κάτω από τον τίτλο «Εν αναμονή της ετυμηγορίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου», έγινε αναφορά σε δύο συμβάντα που δεν είναι συμβατά με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και τα οποία έγιναν γνωστά σε μας ύστερα από διερεύνηση που έγινε μετά την έκδοση της απόφασης στις υποθέσεις αρ. 1480/2011 κ.ά. Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας κ.ά. ημερ. 11 Ιουνίου 2014, όπου εξετάστηκε η συνταγματικότητα νομοθεσίας που επέβαλλε τη μείωση απολαβών των δημοσίων υπαλλήλων με τη μορφή της έκτακτης εισφοράς. Παρενθετικά σημειώνεται ότι οι πιο πάνω υποθέσεις απορρίφθηκαν και ενάντια στην απόφαση αυτή καταχωρήθηκε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Μεταξύ άλλων, στην απόφαση αυτή αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Ένα άλλο σημείο που εγείρουν οι Αιτητές, είναι ότι δεν υπήρξε προηγούμενη διαβούλευση με τις Συνδικαλιστικές Οργανώσεις. Ενόψει του τεκμηρίου της κανονικότητας, το βάρος για απόδειξη του ισχυρισμού βαρύνει τους Αιτητές, οι οποίοι δεν κατάφεραν να το αποσείσουν. Οι Καθ' ων η αίτηση παραθέτουν με το Παράρτημα 14 τα πρακτικά της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής κατά τη συζήτηση του επίμαχου νομοσχεδίου, στην οποία η Επιτροπή διαβεβαιώθηκε από τον Οικονομικό Διευθυντή της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικού Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών, ότι υπήρξε διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και ότι αυτοί εγκρίνουν τα νομοσχέδια. Ως αποτέλεσμα, αρκετοί από τους εκπροσώπους των κοινοβουλευτικών κομμάτων κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στην ολομέλεια της Βουλής στις 26.8.2011, σύμφωνα με τα σχετικά πρακτικά που τέθηκαν ενώπιον μας, παρουσιάζονται να αναγνωρίζουν τη θετική συμβολή των συνδικαλιστικών οργανώσεων στην προώθηση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου».
Από τα στοιχεία – τεκμήρια που εξασφαλίσαμε καταρρίπτονται οι πιο πάνω ισχυρισμοί που πρόδηλα επηρέασαν και την απόφαση του Δικαστηρίου. Τα πραγματικά και αναντίλεκτα γεγονότα είναι τα ακόλουθα:
α. Οι συνδικαλιστικές Οργανώσεις ΠΑΣΥΔΥ, ΣΕΚ και ΠΕΟ κατέληξαν σε συμφωνία με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αποδεχόμενοι συνεισφορά των εργαζομένων του δημόσιου τομέα ύψους 4.25%. Ειδικότερα στις 09.08.2011 συμφωνήθηκαν τα ακόλουθα:
ι. Ένταξη των νεοεισερχομένων στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με διατήρηση του εφάπαξ.
ιι. Μείωση των αφετηριών των κλιμάκων εισδοχής κατά 10% για δύο χρόνια.
ιιι. Αύξηση της συνεισφοράς για σκοπούς μεταβίβασης της σύνταξης σε χήρα και τέκνα από 0.75% και 1.75% σε 2%.
ιν. Αποκοπή ποσοστού 3%, ως έκτακτη εισφορά, επί των ακαθάριστων απολαβών του προσωπικού για τρία χρόνια ή όσο καιρό χρειασθεί.
β. Για την υλοποίηση της πιο πάνω συμφωνίας το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τη συνεδρία του που έγινε στις 10.08.2011, μεταξύ άλλων, ενέκρινε τα Νομοσχέδια με τίτλο «Ο περί Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων των Κρατικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα περιλαμβανομένων και των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμος του 2011» και «Ο περί Έκτακτης Εισφοράς Αξιωματούχων, Εργοδοτουμένων και Συνταξιούχων της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα Νόμου του 2011» και εξουσιοδότησε τον Υπουργό Οικονομικών να τα καταθέσει στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ψήφιση.
γ. Ακολούθως τα υπό αναφορά Νομοσχέδια μαζί με τέσσερα άλλα Νομοσχέδια στάληκαν στη Βουλή με επιστολή του Υπουργείου Οικονομικών ημερομηνίας 12 Αυγούστου, 2011.
δ. Στη συνέχεια, κατά παράβαση των συμφωνηθέντων, με νεότερη επιστολή του Υπουργού Οικονομικών με ημερομηνία 26 Αυγούστου, 2011, τα υπό αναφορά Νομοσχέδια αντικαταστάθηκαν με δύο άλλα που περιλάμβαναν ρυθμίσεις που δεν είχαν συζητηθεί με τους κοινωνικούς εταίρους και τα οποία δεν είχαν εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο.
ε. Οι πιο πάνω ισχυρισμοί μας επιβεβαιώνονται πλήρως από τη σχετική Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού ημερ. 26.08.2011. Στην Έκθεση αυτή γίνεται σαφής αναφορά τόσο για την παράτυπη αντικατάσταση του εν λόγω Νομοσχεδίου, όσο και για τη νομική γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα επί νομικών ζητημάτων που είχαν εγερθεί σε σχέση με το επίμαχο νομοσχέδιο. Ειδικότερα ανέφερε τα ακόλουθα:
(i). H ένταξη των νεοεισερχομένων δημόσιων υπαλλήλων σε ένα νέο είδος σύνταξης με την υπαγωγή τους στο Ταμείο Κοινωνικών ασφαλίσεων είναι καθόλα συνταγματική.
(ii). Το δικαίωμα σύνταξης είναι περιουσιακό δικαίωμα και οποιαδήποτε επέμβαση σε αυτό είναι αντισυνταγματική. Σύμφωνα με νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δικαιώματα που προκύπτουν από νόμο και επακόλουθα αποτελούν το αντικείμενο συμβατικών δεσμεύσεων δεν μπορεί να παραμεριστούν μονομερώς με κατάργηση ή τον περιορισμό των σχετικών διατάξεων του νόμου που αποτελούν πηγή του δικαιώματος.
(iii). Η εισήγηση για την έκτακτη εισφορά των κρατικών υπαλλήλων σε ποσοστό 3%, ενδέχεται να πάσχει από αντισυνταγματικότητα στην περίπτωση που η μόνη κατηγορία πολιτών της Δημοκρατίας που θα κληθεί να συνεισφέρει για αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης είναι η δημοσιοϋπαλληλική.
Ενόψει των όσων αναφέρονται πιο πάνω είναι φανερό ότι ο μεν Υπουργός Οικονομικών ενήργησε έξω από τα όρια και την έκταση της εξουσίας του που υπαγορεύεται από το Σύνταγμα, το δε Κράτος αγνόησε τις δεσμευτικές γνωμοδοτήσεις του Γενικού Εισαγγελέα. Ειδικότερα αναφέρονται τα ακόλουθα:
α. Η ενέργεια του Υπουργού Οικονομικών είναι παράνομη ως προσκρούουσα στο Άρθρο 54 (στ) του Συντάγματος που ρητά προβλέπει ότι η επεξεργασία νομοσχεδίων προ της καταθέσεως αυτών στη Βουλή ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου.
β. Από τη φρασεολογία της σχετικής διάταξης του Άρθρου 113, παρ. 1 του Συντάγματος, συνάγεται ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας είναι ο αποκλειστικός νομικός σύμβουλος του Κράτους και με δεδομένο ότι είναι το μόνο αρμόδιο όργανο της Δημοκρατίας το οποίο έχει εξουσία να αποφαίνεται επί των νομικών προβλημάτων του Κράτους, οι γνωμοδοτήσεις του είναι δεσμευτικές για την εκτελεστική εξουσία.
Αναντίλεκτα τα όσα αναφέρονται ανωτέρω πλήττουν τις αρχές του κράτους δικαίου που είναι ο κατεξοχήν θεμέλιος λίθος της σύγχρονης συνταγματικής δημοκρατίας. Δικαιώματα όπως το δικαίωμα στη ζωή, στην ελευθερία και στην ατομική ιδιοκτησία είναι συνυφασμένα με την ανθρώπινη προσωπικότητα και αποτελούν τον ηθικό χώρο του ατόμου. Και το κράτος κατά κύριο λόγο είναι ο εγγυητής των δικαιωμάτων αυτών.
Όσον αφορά τη σημασία του μισθού στην υπόθεση Παπαγιώργης ν. ΑΗΚ (1996) 3 ΑΑΔ 563, η Ολομέλεια μνημόνευσε την αρχή ότι «το δικαίωμα υπαλλήλων επί του μισθού και τα εκ του νόμου σε αυτούς αναγνωριζόμενα, είναι δημόσιο». Πρόσθετα, ότι δεν χωρεί παραίτηση, ρητή ή σιωπηρή σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικαιώματα που είναι αναπαλλοτρίωτα, (Μέλπω Γρηγορίου ν. Δήμου Λευκωσίας (1991) 4 ΑΑΔ 3005). Αναφορά έγινε και στο σύγγραμμα «Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο» του , Κυριακόπουλου, Β' Γενικό Μέρος, 4η έκδ., σελ. 289, όπου καταγράφεται ότι τα δημόσια δικαιώματα λειτουργούν όχι χάριν των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά χάριν του δημοσίου συμφέροντος.
Καθόσον αφορά τη σημασία της σύνταξης στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στις συνεκδικαζόμενες Προσφυγές 740/11 κ.α. Μαίρης Κουτσελίνη- Ιωαννίδη, απόφαση ημερομηνίας 07.10.2014, η σύνταξη χαρακτηρίζεται ως περιουσιακό ή ιδιοκτησιακό δικαίωμα και πιο συγκεκριμένα ως συμβατικό, κεκτημένο και αποκρυσταλλωμένο δικαίωμα, το οποίο πηγάζει από συμπλήρωση υπηρεσίας σε συντάξιμη θέση.
Σε απάντηση στις επικρίσεις για τις προσφυγές μας παραθέτουμε αυτονόητο απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Αλεξάνδρου Φυλακτού κ.ά, 397/2012 και 480/2012, ημερ. 14.12.2013, που είχε ως αντικείμενο τις αποκοπές από τις μηνιαίες απολαβές δικαστών:
«Ίσως η σημερινή απόφαση μας να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του κοινού και του κράτους, αλλά ως Δικαστές, μπορούμε να κάνουμε και θα κάνουμε ένα πράγμα, αγνοώντας οτιδήποτε άλλο, και αυτό είναι να εφαρμόσουμε το νόμο, οποιεσδήποτε και αν είναι οι συνέπειες».