Εξοχικά Διαμερίσματα ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ.

Περισσότερα »

Εγγραφή Μέλους

Περισσότερα »

Εκπτωτικό Σχέδιο Μελών

Περισσότερα »

Τα νέα του Κλάδου Συνταξιούχων ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ.

Περισσότερα »

Με σειρά νομοθετημάτων που ψηφίστηκαν στην περίοδο 2011 και 2013 επιβλήθηκαν, μεταξύ άλλων, αποκοπές στις μηνιαίες αποδοχές και στις συντάξεις των Αξιωματούχων, Εργοδοτουμένων και Συνταξιούχων της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα. Κατόπιν προσφυγών έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα δύο ακυρωτικές αποφάσεις από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου και δύο από το Διοικητικό Δικαστήριο Κύπρου. Ειδικότερα έχουν εκδοθεί οι ακόλουθες αποφάσεις τις οποίες και παραθέτω χρονολογικά:

(α). Αλέξανδρος Φυλακτού κ.ά. v. Δημοκρατίας(2013) 3 ΑΑΔ, 565, ημερ. 14.06.2013.

(β). Μαρία Κουτσελίνη – Ιωαννίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 898/2013 κ.ά,  ημερ. 07.10.2014.

(γ). Αυξέντης Αυξεντίου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ.5672/2013 κ.ά., ημερ. 15.11.2016 και

(δ). Σωτήρης Αυγουστή κ.ά. v. Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 898/2013.

 

Η υπόθεση Φυλακτού (ανωτέρω) αφορούσε στη συνταγματικότητα των πράξεων και/ή αποφάσεων που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων των Νόμων 112(Ι)/2011, 113(Ι)/2011, 191(Ι)/2011 και 193(Ι)/2011, με τις οποίες επιβλήθηκαν αποκοπές στις μικτές μηνιαίες αποδοχές των Δικαστών της Δημοκρατίας. Οι σχετικές προσφυγές είχαν καταχωρηθεί από 37 δικαστές.

 

Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακυρώνοντας τις επίδικες αποφάσεις, αποφάσισε ότι:

(α). Οι επίδικες νομοθεσίες δεν συνιστούν φορολογικούς νόμους, αλλά ούτε και μπορεί να λεχθεί ότι είναι γενικής εφαρμογής και ως εκ τούτου συνιστούν ανεπίτρεπτη δυσμενή μεταβολή της αντιμισθίας των δικαστών, κατ’ αντίθεση με τις πρόνοιες του Άρθρου 158.3 του Συντάγματος.

(β). Το Δίκαιο της Ανάγκης δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην υπό κρίση περίπτωση. Για να γίνει επίκληση του Δικαίου της Ανάγκης, με βάση καλώς νομολογημένες αρχές, πρέπει πράγματι να υπάρχει αδήριτη ανάγκη για διασφάλιση της συνέχισης της αποτελεσματικής λειτουργίας του κράτους.           

(γ). Το Ανώτατο Δικαστήριο ως θεματοφύλακας του Συντάγματος, έχει καθήκον να ερμηνεύσει και να διαφυλάξει τις πρόνοιες του Άρθρου 158.3, με βάση καθαρά νομικές αρχές και μακριά από συναισθηματισμούς.

 

Η υπόθεση Μαρία Κουτσελίνη – Ιωαννίδου (ανωτέρω) αφορούσε τη νομιμότητα του άρθρου 3(β) του περί Συντάξεων Κρατικών Αξιωματούχων (Γενικές Αρχές) Νόμου του 2011 (Νόμος 88(Ι)/2011), που προνοεί τα εξής: 

«Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (α), σε περίπτωση που αξιωματούχος ή συνταξιούχος ανέλαβε ή αναλαμβάνει οποιοδήποτε λειτούργημα ή αξίωμα ή θέση, η σύνταξη που θα καταβάλλεται ή καταβάλλεται σ΄ αυτόν αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία ή η υπηρεσία του στο λειτούργημα ή αξίωμα ή θέση:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο μηνιαίος μισθός ή αντιμισθία ή αποζημίωση ή χορηγία, είναι χαμηλότερος της μηνιαίας σύνταξης κατά την ημερομηνία της αφυπηρέτησής του, καταβάλλεται σ΄ αυτόν τόσο μέρος της σύνταξης το οποίο, προστιθέμενο στο μισθό, τον εξισώνει με το ποσό της μηνιαίας σύνταξης:

Νοείται περαιτέρω ότι η καταβολή της σύνταξης επαναρχίζει μετά τον τερματισμό της θητείας ή υπηρεσίας του, σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου νόμου, στο ύψος που αυτή θα ευρίσκετο εάν δεν είχε ανασταλεί».

 

Η Πλειοψηφία της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποφάνθηκε ότι οι υπό αναφορά πρόνοιες του άρθρου 3(β) είναι αντισυνταγματικές και επομένως άκυρες, επειδή με αυτό τίθεται ανεπίτρεπτος (δηλαδή μη προβλεπόμενος) περιορισμός σε περιουσιακό ή ιδιοκτησιακό δικαίωμα των αιτητών και συγκεκριμένα το συμβατικό, κεκτημένο και αποκρυσταλλωμένο δικαίωμά τους στη σύνταξη, το οποίο πηγάζει από συμπλήρωση υπηρεσίας σε συντάξιμη θέση.    

 

Το πλέον σημαντικό εύρημα της Πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Μαρία Κουτσελίνη-Ιωαννίδου κ.α. v. Δημοκρατίας είναι ότι η σύνταξη αποτελεί περιουσιακό δικαίωμα το οποίο χρήζει σεβασμού και προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 23 του Συντάγματος, το δε δικαίωμα συνταξιοδότησης και οι όροι του αποτελούν ιδιοκτησία των δημοσίων υπαλλήλων. Εξίσου σημαντικό είναι και το εύρημα ότι καταστρατηγείται και το Άρθρο 28 του Συντάγματος.

 

Στην υπόθεση Αυξέντης Αυξεντίου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ.5672/2013 κ.ά., ημερ. 15.11.2016, οι αιτητές/ αιτήτριες που ελάμβαναν πέραν της μίας σύνταξης, συνεπεία της υπηρεσίας τους κατά καιρούς σε διάφορες δημόσιες θέσεις και αξιώματα αμφισβήτησαν τη νομιμότητα του άρθρου 3 (α) του περί Συντάξεων Κρατικών Αξιωματούχων (Γενικές Αρχές) Νόμος του 2011 (88(I)/2011) ως τροποποιήθηκε με τον τροποποιητικό Ν.182(Ι)/2012, το οποίο περιόριζε τις συντάξεις τους. Το άρθρο 3 (α) έχει ως εξής:

 

«3. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε οικείου νόμου, ή άλλου γενικού νόμου ή κανονισμών ή συμβάσεων απασχόλησης ή διοικητικών ρυθμίσεων ή πρακτικών που καθορίζουν τους κανόνες καταβολής συνταξιοδοτικών ωφελημάτων, κατά τον υπολογισμό και την καταβολή τέτοιων ωφελημάτων εφαρμόζονται οι ακόλουθες γενικές αρχές:

 

(α) Σε περίπτωση που αξιωματούχος δικαιούται στην καταβολή περισσοτέρων της μιας σύνταξης λόγω της υπηρεσίας του σε λειτούργημα ή αξίωμα ή θέση, το σύνολο των συντάξεων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ήμισυ των υψηλότερων συντάξιμων απολαβών για οποιοδήποτε εξ αυτών:

 

Νοείται ότι για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου «αξιωματούχος» σημαίνει πρόσωπο, το οποίο αναλαμβάνει ή ανέλαβε οποιοδήποτε λειτούργημα ή αξίωμα ή θέση και περιλαμβάνει λειτούργημα ή αξίωμα ή θέση στην οποία διορίζεται ή εκλέγεται πολίτης της Δημοκρατίας με υπόδειξη ή με πρόταση ή κατόπιν συναίνεσης της Δημοκρατίας σε ευρωπαϊκά όργανα ή ευρωπαϊκούς οργανισμούς ή σε διεθνείς οργανισμούς, ή θέση Ευρωβουλευτή:

 

Νοείται περαιτέρω ότι σε περίπτωση που αξιωματούχος δικαιούται στην καταβολή περισσοτέρων της μιας σύνταξης λόγω της υπηρεσίας του σε λειτούργημα ή αξίωμα ή θέση εφόσον γίνεται πρόβλεψη στον οικείο νόμο για τον υπολογισμό των συντάξεων, ώστε αυτές είτε να μη συντρέχουν, είτε να συντρέχουν υπό προϋποθέσεις, δεν τυγχάνει εφαρμογής η παρούσα παράγραφος, αλλά οι σχετικές διατάξεις του οικείου νόμου:

 

Νοείται έτι περαιτέρω ότι σε περίπτωση που το σύνολο των συντάξεων είναι κατώτερο του ήμισυ των αντίστοιχων εκάστοτε σε ισχύ υψηλότερων συντάξιμων απολαβών αξιωματούχου για το αντίστοιχο αξίωμα ή λειτούργημα ή θέση με τις ψηλότερες απολαβές, οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται:

 

Νοείται έτι περαιτέρω ότι ο υπολογισμός του εφάπαξ ποσού ή φιλοδωρήματος γίνεται με βάση τις διατάξεις του οικείου για κάθε περίπτωση νόμου ή κανονισμού κατά την ημερομηνία αποχώρησης από κάθε αξίωμα ή λειτούργημα ή θέση».

 

Το Διοικητικό Δικαστήριο ακύρωσε τις επίδικες αποφάσεις, στηριζόμενο στα όσα αποφάσισε η Πλειοψηφία της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Μαρία Κουτσελίνη-Ιωαννίδου (ανωτέρω). Ειδικότερα τόνισε τα ακόλουθα:

 

Εξετάσαμε το ζήτημα με προσοχή και καταλήξαμε να συμφωνήσουμε με την πλευρά των αιτητών, ότι όντως η απόφαση (πλειοψηφίας) ημερομηνίας 7.10.2014 της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις συνεκδικαζόμενες Προσφυγές Αρ. 740/11 και άλλες ΜΑΡΙΑ ΚΟΥΤΣΕΛΙΝΗ-ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ κ.α., έχει κρίνει τα εκεί εγειρόμενα ζητήματα, με τρόπο που δίνει πλήρεις απαντήσεις και σαφή κατεύθυνση για το πώς πρέπει να κριθεί ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης (ισχυριζόμενη παραβίαση του άρθρου 23 του Συντάγματος) και στην παρούσα περίπτωση.

 

Στην πρόσφατη απόφαση Σωτήρης Αυγουστή κ.ά. v. Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 898/2013, ημερ. 27.11.2018 η Πρόεδρος του Διοικητικού Δικαστηρίου κα. Μ. Καλλιγέρου αποφάνθηκε ότι οι πρόνοιες του άρθρου 3 του περί της Μείωσης των Απολαβών και των Συντάξεων των Αξιωματούχων, Εργοδοτουμένων και Συνταξιούχων της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα Νόμου του 2012 (Νόμος 168(Ι)/2012, όπως τροποποιήθηκε) στο μέτρο που περιορίζει το αποκρυσταλλωμένο δικαίωμα στη σύνταξη των αιτητών κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 23 του Συντάγματος είναι αντισυνταγματικό.

 

Είναι αξιοσημείωτο ότι και η απόφαση αυτή στηρίχτηκε κατά κύριο λόγο στην υπόθεση Κουτσελίνη (ανωτέρω), όπως έγινε και στην υπόθεση Αυξεντίου (ανωτέρω). Ειδικότερα τονίστηκαν τα ακόλουθα: «Όπως αναλύεται εκτενώς στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κουτσελivη (ανωτέρω), στο άρθρο 23.3 δεν περιλαμβάνονται στους επιτρεπτούς περιορισμούς ούτε οι δημοσιονομικοί λόγοι ούτε λόγοι εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών, ούτε λόγοι εξορθολογισμού των συντάξεων, αλλά ούτε και οι γενικοί λόγοι του δημοσίου συμφέροντος ή της δημόσιας ωφέλειας δεν προβλέπονται ως λόγοι που επιτρέπουν τους περιορισμούς στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Οι περιορισμοί στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας δυνάμει του άρθρου 23.3 του Συντάγματος που είναι οι μόνοι περιορισμοί που επιτρέπει το Σύνταγμα (άρθρο 23.2 του Συντάγματος) είναι επιτρεπτοί μόνον προς το συμφέρον (α) της δημοσίας ασφαλείας (β) της δημοσίας υγείας (γ) των δημοσίων ηθών (δ) της πολεοδομίας και (ε) της αναπτύξεως και χρησιμοποιήσεως της ιδιοκτησίας προς προαγωγή της δημοσίας ωφελείας ή προς προστασία των δικαιωμάτων τρίτων».

 

Από τις τελευταίες δύο αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου είναι φανερό ότι το Άρθρο 23 του Συντάγματος έχει ιδιάζουσα βαρύτητα.