Εξοχικά Διαμερίσματα ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ.

Περισσότερα »

Εγγραφή Μέλους

Περισσότερα »

Εκπτωτικό Σχέδιο Μελών

Περισσότερα »

Τα νέα του Κλάδου Συνταξιούχων ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ.

Περισσότερα »

 

Με την ευκαιρία της ίδρυσης του Συμβουλίου Οικονομίας/Ανταγωνιστικότητας, ήθελα να κάμω κάποιες παρατηρήσεις στη μέχρι τώρα πολιτική μας σε μερικά από τα θέματα που εμπίπτουν στους τομείς της ανάπτυξης. Αναφέρθηκα προηγουμένως στην ανάγκη σύστασης Υφυπουργείου Ανάπτυξης για να πλαισιώσει το νεοϊδρυθέν Συμβούλιο με στόχο τη μελέτη των παραγόντων που επηρεάζουν «την οικονομική ανάπτυξη, τη συστηματική παρακολούθηση της ανταγωνιστικότητας/ παραγωγικότητας της οικονομίας και την εισήγηση στοχευμένων μέτρων πολιτικής». Αλλιώς και το νέο Συμβούλιο θα λειτουργήσει «στο κενό» και πολύ φοβούμαι θα έχει την ίδια τύχη του Συμβουλίου Εθνικής Οικονομίας του 2013.

 

Η ανάγκη για να προβούμε σε κάτι ριζικό στην αντιμετώπιση των οικονομικο-κοινωνικών προβλημάτων του Τόπου προκύπτει από το γεγονός ότι δεν υπήρξε πρόοδος με τις μέχρι τώρα αποσπασματικές, κομματοκρατικές, ημετεροκρατικές ενέργειες. Ένα τόσο σύνθετο έργο, όπως το κυβερνητικό, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται οικεί κι ως έτυχεν! Θα αναφερθώ σε μερικά παραδείγματα αποδυνάμωσης βασικών θεσμών υπό το πρόσχημα προώθησης της επίλυσης προβλημάτων.

 

Τελικά τα προβλήματα δεν λύονται απλώς με τον διορισμό κάποιου μεμονωμένου Επιτρόπου σε έναν τομέα ή κάποιου Συμβούλου Υπουργού και άλλων. Απλώς δημιουργούμε μια παράλληλη Υπηρεσία, αποδυναμώνουμε την υφιστάμενη και προσθέτουμε έξοδα στους ώμους του κόσμου. Τώρα πώς θα μπορούσαν κάποιοι νέοι θεσμοί που δημιουργήθηκαν να αποδώσουν συνεργαζόμενοι με τις μόνιμες Δημόσιες Υπηρεσίες;

 

Από το 2013 καθιερώθηκε ο θεσμός του Επιτρόπου Περιβάλλοντος, στον οποίον ο Πρόεδρος αναθέτει διάφορα καθήκοντα για θέματα σχετικά με το περιβάλλον και τη σχετική πολιτική και νομοθεσία. Δεν ξέρω γιατί επιλέγηκε ο θεσμός αυτός τη στιγμή που εδώ και δεκαετίες έχει συσταθεί και λειτουργεί ειδικό Τμήμα Περιβάλλοντος στο Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος. Αν σκοπός ήταν να δοθεί περαιτέρω έμφαση στο «περιβάλλον» (όπως έγινε προηγουμένως και με την προσθήκη του «Περιβάλλοντος» στο όνομα του Υπουργείου), πιο ουσιαστικό θα ήταν η λειτουργική διασύνδεση των δυο στην πράξη.

 

Γιατί κι εδώ να μη δημιουργήσουμε ένα Υφυπουργείο Περιβάλλοντος, στο οποίο να υπαχθεί το Τμήμα Περιβάλλοντος (Υπουργείο Γεωργίας) κι όλες οι Υπηρεσίες που φροντίζουν να διατηρούν το περιβάλλον καθαρό (Υπουργείο Εσωτερικών-απόβλητα γενικά, Υπουργείο Εργασίας-βιομηχανικά απόβλητα). Εκτός αν σκοπεύουμε να δημιουργήσουμε ακόμη μια Υπηρεσία Περιβάλλοντος υπό τον/την Επίτροπο Περιβάλλοντος.

 

Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τον τομέα του Εθελοντισμού. Την ευθύνη για την ανάπτυξη του εθελοντισμού, της προσφοράς διαφόρων υπηρεσιών προς τον συνάνθρωπό μας στο πλαίσιο εκδήλωσης αγάπης και συμπαράστασης από μέρους εθελοντών, είχε πάντοτε το Τμήμα Κοινωνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που έχει την ευθύνη για την κοινωνική ανάπτυξη γενικότερα. Για προώθηση των σκοπών αυτών το ΤΚΥ κατάφερε από το τέλος της δεκαετίας του 1980 την οργάνωση του Παγκύπριου Συντονιστικού Συμβουλίου Εθελοντισμού (ΠΣΣΕ) με παραρτήματα σε κάθε γωνιά της Κύπρου.

 

Με το διορισμό Επιτρόπου Εθελοντισμού είναι γεγονός ότι έγινε αρκετή κινητοποίηση/δραστηριοποίηση του ΠΣΣΕ, πράγμα πολύ θετικό, αλλά από την άλλη σίγησε η δραστηριότητα κατά κάποιον τρόπο του αρμόδιου Τμήματος. Κι όμως είναι το Τμήμα αυτό που πρέπει να μελετά επιστημονικά και να προδιαγράφει το πρόγραμμα και τις κατευθύνσεις της κοινωνικής ανάπτυξης του Τόπου.

 

Τελευταία ήρθε στη δημοσιότητα το θέμα των Συμβούλων του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Προέδρου της Βουλής, των Υπουργών και άλλων αξιωματούχων. Το Υπουργείο Οικονομικών ζήτησε την αποδέσμευση ποσού ύψους €1.144.283, ούτως ώστε να καλυφθεί η ετήσια μισθοδοσία των συμβούλων που προσλήφθηκαν ή που ανανεώθηκαν τα συμβόλαιά τους από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τους 10 Υπουργούς (δεν περιλαμβάνεται ο Υπουργός Γεωργίας) και από τον Πρόεδρο της Βουλής. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου, ενώπιον της Βουλής κατατέθηκε για σκοπούς ενημέρωσης ο κατάλογος με τα ονόματα των συμβούλων καθώς και οι μισθοί που λαμβάνουν. Οι μισθοί τους ποικίλλουν καθώς καθορίζονται από τους ίδιους τους Υπουργούς.

 

Τα πιο πάνω τρία παραδείγματα βασικά έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: αποδυναμώνουν την αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Υπηρεσίας, ενός μόνιμου θεσμού, που θα 'πρεπε να διαφυλάξουμε σαν κόρη οφθαλμού και να βοηθήσουμε στη συνεχή αναβάθμισή της. Έτσι η μεγαλύτερη ζημιά που γίνεται με το νεοφανές αυτό σύστημα δημιουργίας πρόσθετων καίριων θέσεων, που ουσιαστικά αφορά τον διορισμό κομματικών προσώπων, δεν είναι το πρόσθετο κόστος έστω κι αν δεν είναι ευκαταφρόνητο για έναν μικρό Τόπο και υπό τις συνθήκες που περνά.

 

Η αποσύνθεση της ομαλής λειτουργίας της Δημόσιας Υπηρεσίας με τέτοιες ενέργειες είναι η χειρότερη «υπηρεσία» που επιφέρεται τώρα και μακροπρόθεσμα με αυτόν τον τρόπο. Ενώ η όλη μόνιμη προσπάθεια εν προκειμένω συνίσταται στη δημιουργία μιας ικανής και ικανοποιημένης Δημόσιας Υπηρεσίας, που θα υπηρετεί αποτελεσματικά τον Τόπο, με τον τρόπο αυτό απομακρύνεται από τα κέντρα λήψεως αποφάσεων και καθίσταται ένα σώμα εκτέλεσης των αποφάσεων άλλων περαστικών.

 

Μέχρι τώρα δεν παρατηρήθηκε καμία αντίδραση από τη Δημόσια Υπηρεσία. Ίσως γιατί τα άμεσα συμφέροντά τους δεν εθίγησαν. Απεναντίας κάποιες ευθύνες, που τους εβάρυναν, μετατέθηκαν αλλού. Έχουν ακόμη απαλλαγεί από το άγχος της απολογίας στις επικρίσεις της Αντιπολίτευσης για μη αποτελεσματική διακυβέρνηση. Όμως για τον Τόπο δημιουργείται ένα κενό, μια αβεβαιότητα για το μέλλον. Δεν μπορεί έτσι να διοικείται με σιγουριά η Κύπρος από νέες, νεοεκλεγείσες Κυβερνήσεις. 

 

Tου δρ Ιάκωβου Αριστείδου
Πρώην Υπουργού και
Πρώην Γενικού Διευθυντή Γραφείου Προγραμματισμού